- υψοδείχτης
- οο δείχτης του ύψους, αριθμός που δείχνει το ύψος ενός σημείου.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
υψόμετρο — το 1. το ύψος ενός σημείου που βρίσκεται πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας, ο υψοδείχτης. 2. στην παραστατική γεωμετρία, η απόσταση σημείου από ένα οριζόντιο επίπεδο που λαμβάνεται ως προβολικό. 3. ο αριθμός που δείχνει σε τοπογραφικό χάρτη το… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)